Episode 132
Η Κόρη Της Καταιγίδος Θεόφραστος Σακελλαρίδης.
Η οπερέτα: Ένα είδος με σπιρτάδα και ψυχή
Η οπερέτα δεν είναι απλώς ένα είδος θεάτρου για να χαχανίζουμε και να σφυρίζουμε μελωδίες στο δρόμο. Είναι ένα κομμάτι της θεατρικής μας ιστορίας που συνδυάζει τραγούδι, χορό και πρόζα, και μάλιστα με χιούμορ, σάτιρα και συχνά πικρή κοινωνική ματιά.
Ξεκίνησε στη Γαλλία στα μέσα του 19ου αιώνα (με τον Jacques Offenbach να θεωρείται πατέρας του είδους), και γρήγορα εξαπλώθηκε στην Ευρώπη, φτάνοντας μέχρι την Ελλάδα. Η οπερέτα ήταν, στην ουσία, η «λαϊκή όπερα» – πιο προσιτή, με ελαφρότερα θέματα, αλλά χωρίς να χάνει σε θεατρική ποιότητα. Είχε το θάρρος να σατιρίζει τους ισχυρούς, να σχολιάζει την κοινωνία, και να χαρίζει χαμόγελα μέσα από τις μελωδίες της.
Στην Ελλάδα, άνθισε ιδιαίτερα στα τέλη του 19ου και τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, με δημιουργούς όπως ο Θεόφραστος Σακελλαρίδης και ο Νίκος Χατζηαποστόλου. Δυστυχώς, η υποβάθμιση της οπερέτας ήρθε όταν παρεξηγήθηκε ως «ελαφρύ» είδος και παραδόθηκε σε επιπόλαιες σκηνοθεσίες, χάνοντας την αρχική της ζωντάνια και κοινωνική αιχμή.
Όμως σήμερα, η αναβίωσή της – όπως με την «Κόρη της Καταιγίδος» – δείχνει πως η οπερέτα είναι ζωντανή, πολυσύνθετη και βαθιά ελληνική, συνδυάζοντας μουσική, χιούμορ, και θεατρικότητα με τρόπο που λίγα άλλα είδη μπορούν να καταφέρουν. Δεν είναι απλώς διασκέδαση· είναι θέατρο με σάρκα και οστά.
«Η Κόρη της Καταιγίδος»: μια οπερέτα που σπάει τα στεγανά
Η θεατρική σκηνή σείστηκε το 1923, όταν ο πολυπράγμων Θεόφραστος Σακελλαρίδης παρουσίασε την «Κόρη της Καταιγίδος» στο θέατρο «Πανελλήνιον». Μια οπερέτα σε τρεις πράξεις, βασισμένη στη γαλλική φάρσα των Maurice Hennequin και Georges Mitchell «Το βαγόνι των κυριών», που αποτέλεσε την καρδιά ενός ελληνικού έργου γεμάτου ανατροπές, σάτιρα και μουσική ζωντάνια. Επί δεκαετίες το έργο παρέμενε ξεχασμένο, έως ότου το 2011 ανασύρθηκε από τη σκόνη του χρόνου χάρη στην ομάδα «Οι όπερες των ζητιάνων» και επανέλαβε την εκθαμβωτική του πορεία στο Φεστιβάλ Αθηνών.
Η υπόθεση, μια τολμηρή φάρσα όπως άρμοζε στην εποχή της Μπελ Επόκ και της ελληνικής αστικής τάξης, περιστρέφεται γύρω από τον Πέτρο και τη Ρίκα Γραικίδου, ένα παντρεμένο ζευγάρι που βρίσκεται παγιδευμένο σε ένα κουβάρι παρεξηγήσεων. Η σατανική πεθερά – αρχέτυπο της ελληνικής θεατρικής παράδοσης – εκμεταλλεύεται τις συμπτώσεις για να σπείρει διχόνοια και ανατροπές, μετατρέποντας την οικογενειακή ζωή σε θέατρο του παραλόγου. Η κόμισσα Πλου Πλου, καρικατούρα της femme fatale της εποχής, προσθέτει το στοιχείο της σαγήνης και του παιχνιδιού, ενώ το έργο απογειώνεται μέσα από τους χυμώδεις διαλόγους και τα ζωντανά μουσικά νούμερα.
Οι χαρακτήρες δεν είναι απλώς καρικατούρες της εποχής· είναι καθρέφτες της κοινωνικής πραγματικότητας. Η Ρίκα, μια γυναίκα που προσπαθεί να επιβιώσει στον κυκεώνα των αντρικών προσδοκιών και της κοινωνικής υποκρισίας, ο Πέτρος, τυπικός αλλά ευάλωτος σύζυγος, και η πεθερά, μια αδίστακτη μαέστρος του χάους, συνθέτουν ένα εκρηκτικό μίγμα. Και βέβαια η Πλου Πλου, η αέρινη χορεύτρια που ξέρει να ανακατεύει τα νερά και να αναδεικνύει την ανδρική αδυναμία μπροστά στη γυναικεία εξυπνάδα.
Η εποχή του έργου, αρχές του 20ού αιώνα, ήταν μια Ελλάδα που πάλευε να εκσυγχρονιστεί, ενώ παρέμενε πνιγμένη στις κοινωνικές συμβάσεις και τις αστικές νευρώσεις. Η οπερέτα, τότε, δεν ήταν απλώς διασκέδαση· ήταν το βήμα για σάτιρα, για να θίξει την επιφανειακή ευπρέπεια και να ρίξει φως στα κοινωνικά και ηθικά στραβά. Ο Σακελλαρίδης, με την πένα και τις μελωδίες του, καταφέρνει να παντρέψει το γαλλικό πρότυπο με την ελληνική πραγματικότητα, προσφέροντας ένα έργο που αν και ψυχαγωγικό, είναι ουσιαστικό σχόλιο της εποχής.
Η σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Ευκλείδη το 2011 και η μουσική διεύθυνση του Χαράλαμπου Γωγιού κατάφεραν να επαναφέρουν το έργο στην επικαιρότητα, απομακρύνοντας τη νοσταλγική επίφαση και προσεγγίζοντάς το με μοντέρνα, ζωντανή ματιά. Η παράσταση δεν αποζητούσε να αναβιώσει ένα «παλιό καλό θέατρο», αλλά να αναδείξει τη διαχρονική δύναμη της σάτιρας και της μουσικής θεατρικής γραφής.
Ο θεατής φεύγοντας από την παράσταση, είτε εκείνη του 1923 είτε τη σύγχρονη αναβίωση, δεν κουβαλά μόνο τις ανάλαφρες μελωδίες του Σακελλαρίδη – με το αξέχαστο «Πλου-Πλου» να στροβιλίζεται στο μυαλό – αλλά και μια πικρή γεύση για τις ανθρώπινες αδυναμίες που παραμένουν ίδιες εδώ και έναν αιώνα. Η σάτιρα της αστικής υποκρισίας και της πατριαρχικής παράνοιας είναι τόσο φρέσκια και καίρια όσο ποτέ.
Λίγα λόγια για τον δημιουργό: Ο Θεόφραστος Σακελλαρίδης (1883-1950) υπήρξε από τους κορυφαίους εκπροσώπους του ελληνικού μουσικού θεάτρου. Με σπουδές σε Αθήνα, Μόναχο και Βερολίνο, υπηρέτησε την ελληνική οπερέτα με πάθος και δημιουργικότητα. Έργα του όπως η «Θέμις», η «Χριστίνα» και φυσικά η «Κόρη της Καταιγίδος» άφησαν ανεξίτηλο αποτύπωμα. Αν και η οπερέτα παραγκωνίστηκε για δεκαετίες, ο Σακελλαρίδης μας θυμίζει πως το μουσικό θέατρο δεν είναι απλώς διασκέδαση – είναι τέχνη με ψυχή και αιχμηρό βλέμμα.
Σήμερα, σε μια εποχή που η ψευδονοσταλγία για το «παλιό» συχνά θολώνει την κρίση μας, η αναβίωση της «Κόρης της Καταιγίδος» είναι μια τολμηρή υπενθύμιση: πως το θέατρο είναι καθρέφτης της κοινωνίας, και όταν διατηρεί το χιούμορ και τη μουσική του, μπορεί να γίνει αιώνιο.
Η ιστοσελίδα μου
Τα Podcast μου:
https://angeligeorgiastoryteller.gr
https://mithoikaipolitismoi.gr
https://akougontasmetingeorgia.gr
https://theatromeangeligeorgia.gr
Το κανάλι μου στο you tube
https://www.youtube.com/@angeligeorgia808/featured
Facebook σελίδα Αγγελή Γεωργία:
https://www.facebook.com/angeligeorgia
Facebook σελίδα Μύθοι και πολιτισμοί: